ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ, ΟΙ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΟΙ , ΟΙ ΟΜΗΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΕΣ

ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ, ΟΙ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΟΙ , ΟΙ ΟΜΗΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΕΣ


"Το πάσης φύσεως προσωπικό"

Ημερομηνία δημοσίευσης: 25/07/2010

Ένας “χρήσιμος μύθος” καταρρέει με χάρη. Η απογραφή που ξεκίνησε ως απαξιωτικού ύφους απειλή του κ. Παπακωνσταντίνου προς τους “ρεμπεσκέδες του Δημοσίου” ότι θα τους απογράψει σε γενικές γραμμές ολοκληρώθηκε. Απογράφηκαν σχεδόν όλοι, “το πάσης φύσεως προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης”. Τα τελευταία χρόνια, αλλά με ιδιαίτερη ένταση τους τελευταίους μήνες, το Δημόσιο και οι απασχολούμενοι σ' αυτό αποτέλεσαν τον πιο εύκολο στόχο, τον αποδιοπομπαίο τράγο της ελληνικής εκδοχής της κρίσης. Κατά καιρούς ακούστηκαν και γράφτηκαν διάφορα τερατολογικά σχετικά με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Όσους νόμιζε ο καθένας ότι χρειαζόταν για να τρομάξει το ακροατήριό του. Το ένα εκατομμύριο πάντως θεωρείτο πέραν πάσης αμφιβολίας. “Είμαστε σοβιετία, χώρα δημοσίων υπαλλήλων” απελπίζονταν οι ρήτορες.

Φυσικά τα επίσημα στοιχεία του Προϋπολογισμού ήταν γνωστά και σαφή: Οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι είναι 400 χιλιάδες και 175 χιλιάδες οι ένστολοι. Η απογραφή για κάποιον περίεργο λόγο θεωρήθηκε πιο έγκυρος και καινοτόμος τρόπος. Τελικά “το πάσης φύσεως προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης” φτάνει τις 750 χιλιάδες συμπεριλαμβανομένων και των συμβασιούχων, και των ωρομισθίων, και των εποχικών, τους οποίους συμπεριέλαβε στην απογραφή η κυβέρνηση για να φουσκώσει το νούμερο. Απογράφηκαν ακόμα και αυτοί που οι συμβάσεις τους λήγουν την ερχόμενη εβδομάδα.

Σε κάθε περίπτωση, η αναλογία των δημοσίων υπαλλήλων και του μισθολογικού τους κόστους στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλή για τα δεδομένα της Ε.Ε. Αυτή είναι μια άβολη αλήθεια για όσους έλεγαν ότι μόλις γδάρουμε τους δημοσίους υπαλλήλους όλα θα στρώσουν. Φυσικά υπάρχουν θέματα με τη λειτουργία του Δημοσίου. Θέματα διοίκησης. Και τη διοίκηση, τον σχεδιασμό, τις προσλήψεις τις ρυθμίζουν οι κυβερνήσεις και όχι οι υπάλληλοι. Ενδιαφέρον έχει επίσης η εσωτερική σύνθεση του πλήθους των απασχολούμενων στο Δημόσιο. Οι ένστολοι δεν είναι υπερβολικά πολλοί για μια δημοκρατία και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Οι «προνομιούχοι» και οι τιμητές



Ημερομηνία δημοσίευσης: 25/07/2010

ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗ* Kαθηγητή ΑΠΘ



O λόγος περί προνομίων και προνομιούχων παρουσιάζεται ως ψύχραιμη κοινωνιολογία, ενώ τις περισσότερες φορές μεταφράζει σκόρπιες εντυπώσεις και ευτελή εκδικητικά συναισθήματα. Αν πιστέψουμε τους προπαγανδιστές των φιλελεύθερων σοκ, από τον δημοσιονομικό δογματισμό του κ. Στουρνάρα ώς τον πολιτισμικό φιλοεξωτισμό της Σώτης Τριανταφύλλου, όλοι σχεδόν σε αυτή τη χώρα είναι προνομιούχα καθάρματα εκτός από κάποιες μονογονεϊκές oικογένειες, τους συνταξιούχους των τετρακοσίων ευρώ, τους απόρους ή τους εξαρτημένους χρήστες. Ο κυρίαρχος λόγος απονέμει πλέον τίτλους προνομιούχου σε οποιονδήποτε μπορεί να φύγει ένα σαββατοκύριακο για να κάνει δυο μπάνια, σε οποιονδήποτε έχει μια σχετικά σταθερή εργασία και το εισόδημά του μπορεί να υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ τον μήνα. Για παράδειγμα, ένας δημόσιος υπάλληλος με 1.500 ευρώ το μήνα δεν είναι απλώς προνομιούχος: πρέπει μάλλον να ζητήσει συγγνώμη από το κράτος του ΠΑΣΟΚ, τον θεό, το ΙΟΒΕ και το Αthens Voice για την ξετσίπωτη συμπεριφορά του και τη μακροχρόνια συνενοχή του στο ελληνικό «κομμουνιστικό» σύστημα.

Για πρώτη φορά ίσως συναντούμε έναν παρόμοιο κυνισμό πίσω από τη μάσκα της κοινής λογικής. Και ο κυνισμός είναι μεγαλύτερος όσο συνδυάζει δυο φαινομενικά αντίθετα αλλά στην ουσία συμπληρωματικά στοιχεία: πρώτον, μέγιστη ευπείθεια προς τους πραγματικά ισχυρούς και προνομιούχους, προς τους δομικά κυρίαρχους του παιχνιδιού· και δεύτερον, έναν «ηθικό» ανθρωπισμό αποκλειστικά στραμμένο στους αποκλεισμένους, σε επιμέρους ομάδες του πληθυσμού με πολύ χαμηλή έως ανύπαρκτη διαπραγματευτική (πολιτική) ισχύ. Οι πρώτοι πρέπει να ενθαρρυνθούν ως πιθανοί επενδυτές και δημιουργοί πλούτου και ευκαιριών. Οι δεύτεροι, οι αποκλεισμένοι, πρέπει να λάβουν κάτι τι διότι μόνο αυτοί είναι τα «θύματα» και διότι χρειάζονται πάντοτε και «οι δράσεις» για την ανακούφιση των ακραίων καταστάσεων (προβλέπονται τα σχετικά κονδύλια).

. Όλοι μπορούμε να ελεεινολογήσουμε επίσης τις αδυναμίες, τα λάθη, τις ανεπάρκειες της αριστεράς, των «αριστερισμών», των κάθε είδους ριζοσπαστισμών και αντιστάσεων. Υπάρχει άφθονο υλικό για φιλοσοφικές, πολιτικές, ηθικές κριτικές στο παρελθόν και στο παρόν ανθρώπων, ομάδων, λεξιλογίων, συνθημάτων. Τίποτα πιο εύκολο από το να πηγαίνει κανείς με το κύμα, έστω και με καθυστέρηση δύο δεκαετιών.

Αλλά μόνο από την αριστερά μπορεί να προκύψει μια διαφορετική ανάγνωση της παθογένειας του παλιού και της ακόμα μεγαλύτερης παθογένειας του νέου. Ούτε ο ελεήμων μοραλισμός υπέρ ευπαθών ομάδων ούτε ο ταξικός παχυδερμισμός όσων σύρονται πίσω από τις νέες ολιγαρχίες των «καινοτομικών» τεχνοκρατών και της απελευθερωμένης επιχειρηματικότητας μπορούν να απαντήσουν στη σημερινή κοινωνική και ηθική κρίση. Από τώρα γνωρίζουμε ότι οι φορείς του καπιταλιστικού «εξορθολογισμού» θα έχουν και την κύρια πολιτική ευθύνη για την άνοδο της αγριότητας που θα προκύψει στο όνομα της τάξης την οποία σπεύδουν να εγκαθιδρύσουν.



Προπαγάνδα: όσο τη χρησιμοποιείς τόσο ξεθωριάζει



Ημερομηνία δημοσίευσης: 28/07/2010

TOY AΝΔΡΕΑ ΚΑΡΙΤΖΗ

Είναι σε όλους προφανής η σπουδαιότητα των ΜΜΕ στην επίθεση που δέχονται σήμερα οι εργαζόμενοι και οι υποτελείς τάξεις στο σύνολό τους από το κεφάλαιο, την εργοδοσία και τις πολιτικές δυνάμεις του αστισμού (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ), με ευκαιρία την κρίση του χρέους, στο φόντο της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και με τη συνδρομή των πλέον εξελιγμένων όπλων (ΔΝΤ) και υπερεθνικών μηχανισμών συντονισμού (Ε.Ε.). Ζούμε, εδώ και μήνες, μια τεράστια επιχείρηση συκοφάντησης των εργαζομένων και του δημόσιου τομέα, δημιουργίας ενός κλίματος συλλογικής ενοχής και της καλλιέργειας φόβου για την επικείμενη καταστροφή. Καταστροφή, η αποφυγή της οποίας επιβάλλει τη θυσία των ίδιων των εργαζομένων και των παιδιών τους.

Ωστόσο, εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σε μια επιμέρους πτυχή αυτής της γκεμπελικής προπαγάνδας, που διεξάγεται με τρομακτικό φανατισμό. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ επιτίθενται με αδιανόητη σκληρότητα, υποτιμητικές εκφράσεις, λάσπη και μίσος, που ξεπερνά κάθε όριο αστικής ευγένειας και πολιτικού πολιτισμού, σε κάθε ομάδα εργαζομένων ή επαγγελματιών τολμά να αντισταθεί. Στήνονται στα δελτία ειδήσεων σκηνικά εξευτελισμού και κατακρεούργησης όποιου αντιδρά - με δημοσιογράφους και εκπροσώπους «φορέων» του επιχειρηματικού και εμπορικού κόσμου που σχίζουν τα ρούχα τους και μιλούν με εκφράσεις χουλιγκανικού φανατισμού. Τα παραδείγματα που «τρέχουν» είναι οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και οι ιδιοκτήτες οχημάτων δημόσιας χρήσης.

Δεν μπαίνω στην ουσία των θεμάτων. Μένω στη μορφή της προπαγάνδας. Τα φαινόμενα αυτά δεν είναι καινούργια. Ισχυρίζομαι, όμως, ότι το γεγονός ότι αφορούν συγκεκριμένους κλάδους, την πραγματικότητα των οποίων γνωρίζουν πολύ καλά οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτούς, καθιστά προφανή τον ρόλο και την άθλια πρακτική που ακολουθούν οι μηχανισμοί αυτοί. Τα ψέματα, η λάσπη και η διαστρέβλωση της πραγματικότητας είναι προφανή στους εμπλεκόμενους.

Αυτή η πικρή γνώση, την οποία αποκτούν σιγά-σιγά πάρα πολλοί πολίτες, αδυνατίζει την «αξιοπιστία» και την «αυθεντία» των κυρίαρχων ΜΜΕ και των στελεχών τους. Τι εννοώ. Μέχρι τώρα, στην επίθεση που δέχεται κατά καιρούς η αριστερά, π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ τον καιρό του Δεκέμβρη, με ψέματα, λάσπη, διαστρέβλωση της πραγματικότητας και κατηγορίες που δεν έχουν καμιά βάση, οι μη γνωρίζοντες τα θέματα ή όσοι δεν βρίσκονται κοντά στην αριστερά πείθονταν από τους «έγκριτους παράγοντες του δημόσιου χώρου»: για να γίνονται τόσο έξαλλοι, μάλλον θα έχουν απέναντί τους τουλάχιστον τέρατα, ενώ είναι τόσο «έγκριτοι» που δεν μπορεί να μην λένε την αλήθεια. Τώρα που υφίστανται τον οχετό οι ίδιοι, σε θέματα που γνωρίζουν πολύ καλά, αποκαλύπτεται το μέγεθος της προπαγάνδας και αποκόπτεται η δυνατότητα πειθούς. Ποτέ πια δεν πρόκειται να πεισθούν από αυτούς που μίλησαν κάποτε για τους ίδιους με τέτοια χυδαιότητα και αγριότητα.

Αν ισχύει η προοδευτική απώλεια της προπαγανδιστικής εμβέλειας των πανίσχυρων ΜΜΕ, τότε, με δεδομένο την παντελή αδυναμία δημιουργίας προσδοκιών για το αύριο από τη μεριά του συστήματος, μπορεί να κλονιστεί η «παντοκρατορία» του συστήματος. Θα χαθεί κάθε ίχνος νομιμοποιητικής διαδικασίας αυτού που συμβαίνει, αφού θα εκπέσει και το τελευταίο όπλο, που είναι η γκεμπελική προπαγάνδα. Αν σήμερα κανείς νοήμων άνθρωπος δεν πιστεύει ότι υπάρχει κάποια προσδοκία για το μέλλον, σε λίγο δεν θα πιστεύει ούτε ότι φταίνε οι διπλανοί του για αυτό που του συμβαίνει, όπως προστάζει η προπαγάνδα.

* Ο Ανδρέας Καρίτζης είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας.



Εθνική ομηρεία



Ημερομηνία δημοσίευσης: 28/07/2010

Του Θανάση Καρτερού



Πάλι τα ίδια και τα ίδια... Η χώρα είναι όμηρος των φορτηγατζήδων που απεργούν, των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας που δεν απεργούν, των βενζινάδων που θα απεργήσουν, των υπαλλήλων που κλείνουν την Ακρόπολη και γενικώς κοινωνικών ομάδων που κάνουν τα δικά τους αντί να κάνουν τα δικά μας. Δεν επιδεικνύουν την καρτερία (η έκφραση ανήκει σε έγκυρη εφημερίδα της κυβερνήσεως) που θα έπρεπε να επιδεικνύουν σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές μπλα-μπλα-μπλα.

Με το συμπάθιο, αλλά πολύ ασχολείται αυτή η σχολή της ομηρίας με τις επιπτώσεις και λίγο με το πρόβλημα. Πάρα πολύ ασχολείται με την ομηρεία μας από διαμαρτυρόμενες κοινωνικές ομάδες και πάρα πολύ λίγο με την ομηρεία μας από δάνεια που δεν συνήψαμε, χρέη που δεν δημιουργήσαμε και μια τρόικα που δεν προσκαλέσαμε. Είναι η σχολή που βλέπει το καρφί στο μάτι του αδελφού της εκεί, αλλά δεν βλέπει το εργοστάσιο παραγωγής καρφιών εδώ.

Τι τους ήρθε δηλαδή τους αντιπαθείς φορτηγατζήδες και σάλταραν καλοκαιριάτικα; Η ζέστη τους χτύπησε ή πάσχουν από ανίατη εθνική μειοδοσία; Μήπως παίζει κάποιο ρόλο το γεγονός ότι πλήρωσαν χτες και προχτές διακόσιες και τριακόσιες χιλιάδες ευρώ για μια άδεια φορτηγού, χρεώθηκαν στις τράπεζες για να την αποκτήσουν και τώρα βλέπουν τα λεφτά τους να γίνονται στάχτη; Και μάλιστα με μια έξωθεν εντολή, που την ομολογεί ακόμα κι ο Ρέππας;

Ψάχνετε ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση σε τέτοιες συνθήκες; Ψάξτε την όσο θέλετε, αλλά δύσκολα θα τη βρείτε. Και ακόμα πιο δύσκολα θα πείσετε με τους λυγμούς περί ομηρείας. Διότι όμηροι αισθάνονται οι φορτηγατζήδες, όπως όμηροι αισθάνονται και είναι οι συνταξιούχοι, οι μισθωτοί, οι άνεργοι, οι μικρομεσαίοι, οι δεμένοι χειροπόδαρα από μια πολιτική εθνικής ομηρείας. Οι αιχμάλωτοι του Μνημονίου και του άλλου Μνημονίου που έρχεται και των βελτιώσεων στο Μνημόνιο που ετοιμάζονται ήδη και πάει λέγοντας.

Η πλάκα είναι ότι για ομηρεία μιλούν και θρηνούν εκείνοι που δεν είναι όμηροι, που δεν έχουν χάσει από τα μέτρα ούτε ευρώ, που κερδίζουν μάλιστα με πολλούς τρόπους από την πολιτική της τρόικας και του Παπανδρέου. Στήστε αυτί και θα δείτε από πού προέρχονται οι οιμωγές και τα συναφή. Ας το πούμε όμως για χιλιοστή φορά: η απελπισία δεν είναι αδελφή της ψυχραιμίας...

Μοιραστείτε το

στο Facebookστο Twitterστο Google+
First